Νέο QE: Στο «παιχνίδι» η Ελλάδα

Νέο QE: Στο «παιχνίδι» η Ελλάδα

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ UPD 10:51 Δημιουργία 26/07/19, 10:30

«Παράθυρο» ευκαιρίας ανοίγουν για την Ελλάδα οι χθεσινές δηλώσεις του Μάριο Ντράγκι, οι οποίες στρώνουν το έδαφος χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ με την επανεκκίνηση του προγράμματος QE, το οποίο σταμάτησε στα τέλη του περασμένου έτους.

Αυτή τη φορά η Ελλάδα μπορεί να ωφεληθεί, εφόσον οι οίκοι αξιολόγησης αναβαθμίσουν την προοπτική της ελληνικής οικονομίας.

Βασική προϋπόθεση για τη συμμετοχή μιας χώρας στο QΕ είναι τα ομόλογά της να αξιολογούνται με επενδυτική βαθμίδα από έναν τουλάχιστον οίκο αξιολόγησης.

Η υψηλότερη βαθμολογία που έχει αυτή τη στιγμή η Ελλάδα είναι από την Fitch (ΒΒ-), η οποία απέχει τρία σκαλοπάτια από την επενδυτική βαθμίδα. Το μεγάλο στοίχημα είναι το πόσο γρήγορα μπορεί η Ελλάδα να αναβαθμιστεί, ώστε να έχει τη δυνατότητα να επιβιβαστεί και αυτή στο τρένο ενός πιθανού νέου QE.

Η S&P δίνει βαθμολογία Β+ 4 θέσεις κάτω από την «επενδυτική βαθμίδα» και με επόμενη αξιολόγηση στις 25/10/2109, η Fitch έχει βαθμολογία ΒΒ-, 3 βαθμίδες κάτω από την «επενδυτική βαθμίδα» και με επόμενη αξιολόγηση στις 2/9/2019 και η Moody΄s δίνει βαθμολογία Β1, 4 θέσεις κάτω από την «επενδυτική βαθμίδα» και με αξιολόγηση στις 23/8/2019.

Τα πρώτα δείγματα στην πράξη της οικονομικής πολιτικής της νέας κυβέρνησης θα βαθμολογήσουν στο προσεχές διάστημα οι ξένοι οίκοι με τις εκθέσεις που ετοιμάζουν.

Εντός του Αυγούστου η Fitch και η Moody’s θα προχωρήσουν σε νέα αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας.

«Η αγορά συμπεριφέρεται στα ελληνικά ομόλογα σαν να βρίσκονται στην κατηγορία της επενδυτικής βαθμίδας, δείχνοντας ουσιαστικά πως έχει προεξοφλήσει τις αναβαθμίσεις της Ελλάδας», όπως δήλωσε στα με΄σα Ιουλίου ο διοικητής της ΤτΕ Γ. Στουρνάρας.

Το πόσο γρήγορα θα έρθει η επενδυτική βαθμίδα εξαρτάται από το πόσο γρήγορα θα προχωρήσει η κυβέρνηση με κινήσεις που ενισχύουν την ανάπτυξη και τις επενδύσεις χωρίς να διαταραχθεί η δημοσιονομική πειθαρχία.

Ο Μάριο μοίραζε τρισ., αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ κρατούσε... ομπρέλα

Το 2015, περιμέναμε το QE (Ποσοτική Χαλάρωση) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ως «μάννα εξ ουρανού».

Η μόνη ευρωπαϊκή Χώρα που δεν ωφελήθηκε, ήταν η Ελλάδα.

Όταν ο Μάριο Ντράγκι μοίραζε … τρισ. ευρώ, η ελληνική κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κρατούσε... ομπρέλα.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε την ολοκλήρωση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (QE). Πρόγραμμα, το οποίο ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2015 και ενίσχυσε με σημαντική ρευστότητα τις ευρωπαϊκές οικονομίες κατά την περίοδο της κρίσης, συμβάλλοντας δι’ αυτού του τρόπου στην ανάπτυξη της ευρωζώνης.

Σε μια προσπάθεια να αποτρέψει τις αρνητικές συνέπειες του αποπληθωρισμού στην Ευρωζώνη, η ΕΚΤ ξόδεψε 2,6 τρισ. ευρώ, αγοράζοντας κρατικά κυρίως ομόλογα, ενώ η Ελλάδα δεν πήρε ούτε 1 ευρώ.

Δυστυχώς, ενώ η Ελλάδα είχε ανάγκη αυτού του προγράμματος περισσότερο από κάθε άλλη χώρα της ευρωζώνης, με αποκλειστική ευθύνη της Κυβέρνησης είναι η μόνη που δεν κατόρθωσε να το αξιοποιήσει.

Παρά το γεγονός ότι η ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση αποτελούσε δέσμευση και προτεραιότητα της Κυβέρνησης τα προηγούμενα χρόνια, όπως άλλωστε και πολλές άλλες, απέτυχε να την κάνει πράξη. Όπως απέτυχε να δημιουργήσει τις συνθήκες για την ασφαλή, συστηματική και με χαμηλό κόστος δανεισμού χρηματοδότηση της χώρας από τις αγορές.

Το ερώτημα είναι πόσα θα μπορούσε να αντλήσει η Ελλάδα από το πρώτο Πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης;

Σύμφωνα με μέτριους υπολογισμούς το ποσό αυτό θα μπορούσε να ξεπεράσει τα 8 δισ. ευρώ.

Η κυβέρνηση Τσίπρα και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, όπως διακήρυτταν είχαν επενδύσει πολλά στο QE και μάλιστα έλεγαν ότι θα διευκολύνει την προσπάθεια της Ελλάδος στις αγορές.

Το δραματικό πρώτο εξάμηνο του 2015 με τα παιχνίδια Τσίπρα και Βαρουφάκη ήταν η βασική αιτία που η Ελλάδα απεκόπη από το πρόγραμμα. Σήμερα στο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζουν ότι δεν χάθηκε και τίποτα σημαντικό. Εκ των υστέρων λένε πως δεν θα παίρναμε πάνω από 150 εκατ. ευρώ!

Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις της ΤτΕ, η συμμετοχή της Ελλάδας στο QE θα μείωνε τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων κατά 70 μονάδες βάσης τουλάχιστον.

Παράλληλα θα μείωνε δραστικά το κόστος δανεισμού των τραπεζών και των επιχειρήσεων.

Αν σου άρεσε κάνε